Έχει μέρες τώρα που κάθομαι στο μικρό μου μπαλκονάκι τα βράδια και παραμονεύω πότε θα ξεμυτίσει το φεγγάρι από τα σύννεφα για να πιάσουμε την κουβεντούλα για κόσμους μακρινούς που επισκέφτηκε, για πρίγκιπες που φαρμακωθήκαν για τον έρωτα και για κυράδες που αγάπησαν και έμειναν μονάχες.
Το κάνουμε συχνά τον τελευταίο καιρό, το γνώρισα τυχαία όταν τεμπέλιαζε πάνω σε ένα σύννεφο και εγώ καθισμένος σε ένα τραπεζάκι παλιό και σαραβαλιασμένο από τον χρόνο, μέσα στις μολόχες μου προσπαθούσα να γράψω πέντε αράδες και να σκαρώσω ένα νέο διήγημα μόνο τον τίτλο είχα βρει «όταν οι Ερινύες σε χλευάζουν» αλλά μέχρι εκεί δεν ήξερα ποιους χλευάζουν οι ερινύες πότε και γιατί.
Με πήρε πρέφα το φεγγάρι και άρχισε τις ερωτήσεις «Γράφεις; τι γράφεις; θέλεις να μιλήσουμε;»
Με τούτα και τα αλλά αποκτήσαμε γνωριμία και από τότε τα λέμε πολύ συχνά.
Ιδέες να δεις που είχε για το θέμα μου, οι Ερινύες μου λέει κάποια στιγμή «Χλευάζουν τους δειλούς γιατί δεν μπορούν να είναι γενναίοι, τους ψεύτες γιατί δεν μπορούν να είναι ειλικρινείς και τους προδότες γιατί είναι λιπόψυχοι και ανίκανοι να αντιμετωπίσουν τους εφιάλτες τους.» Τον άκουγα σκεπτικός, πόσο δίκαιο είχε, καμιά φόρα προσπαθούσα να του φέρω αντίρρηση και μου έλεγε«Τι ξέρεις εσύ βρε κλεισμένος σε τέσσερις τοίχους, ξέρεις τι έχουν δει εμένα τα μάτια μου στο διάβα μου στον κόσμο.»
Και τότε έπιανε μια νέα ιστορία για άλλους νέους και κοπελιές για άλλους έρωτες προδομένους και κάστρα πατημένα.
Σήμερα δεν βγήκε ακόμα όμως θα ταξιδεύει σκέφτηκα ή θα ξεκουράζετε πίσω από τις συννεφιές, κουραστικό κάθε μέρα να ταξιδεύεις σε όλο το κόσμο να ακούς παράπονα, τραγούδια λυγμούς, φωνές χαρούμενες και άλλοτε σπαρακτικές, ριπές όπλων, βομβαρδισμούς και άντε πάλι από την αρχή. Δύσκολο να το αντέξεις σκέφτηκα.
«Εεει !!! εκεί κάτω» τον άκουσα να φωνάζει «Έλα να σου γνωρίσω κάτι φίλους»
σήκωσα το κεφάλι ψηλά για τους δω «Αυτή είναι η πούλια και αυτός ο αυγερινός φίλοι καλοί, αιώνιοι.»
«Ναι έχω ακούσει από την γιαγιά μου την ιστορία τους»
μονολόγησα, «Αργήσαμε λιγάκι σήμερα αλλά ο Ήλιος είχε κέφια και άργησε να φύγει με τα παιχνίδια του και μετά τρεχάτε ποδαράκια μου για να προλάβουμε τη γύρα»
γκρίνιαξε το φεγγάρι.